Πώς θα ένιωθες αν το κράτος σου επέβαλλε να ζεις σε ένα γυάλινο σπίτι χωρίς κουρτίνες; Σίγουρα για τους περισσότερους από εμάς θα ήταν τουλάχιστον άβολο.
«Γιατί να σε ενοχλεί, έχεις κάτι να κρύψεις;», θα ήταν ίσως η αντίδραση κάποιου αφελούς ατόμου.
Η φράση «Εάν δεν έχεις τίποτα να κρύψεις, τότε δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα», συναντάται αρκετά συχνά σε συζητήσεις που έχουν να κάνουν με την ανωνυμία και την ιδιωτικότητα (δύο διαφορετικά πράγματα, αλλά εξίσου αναγκαία). Εκ πρώτης όψεως μπορεί να φαίνεται ως δυνατό επιχείρημα σε κάποιους, αλλά δεν αντέχει για πολύ την εις βάθος ανάλυση.
Υπάρχουν δύο λανθασμένες αντιλήψεις οι οποίες στέκονται εμπόδιο στην πραγματική κατανόηση του ζητήματος της ιδιωτικότητας:
- Η αντίληψη του ότι για να κρύψεις κάτι, αυτό πρέπει οπωσδήποτε να είναι κάτι κακό.
- Η αντίληψη του ότι πρέπει κάθε φορά να θυσιάζεται η ιδιωτικότητα για χάρη της ασφάλειας.
Μέχρι και οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές της πιο πάνω φράσης, χρησιμοποιούν κωδικούς για τους λογαριασμούς τους στο διαδίκτυο και κλείνουν σε φακέλους τα γράμματα που στέλνουν μέσω ταχυδρομείου. Αν τους ρωτήσεις πόσα λεφτά έχουν θα σε θεωρήσουν αδιάκριτο και αν τους ζητήσεις να εγκαταστήσεις κάμερες στα σπίτια τους για να βλέπεις τι κάνουν κάθε στιγμή, σίγουρα θα αρνηθούν. Αυτό δεν είναι υποκρισία;
Ο Eric Schmidt, πρώην CEO της Google, είπε το εξής σε σχέση με την ιδιωτικότητα: «Αν κάνεις κάτι που δεν θέλεις κανένας να το γνωρίζει, τότε ίσως να μην έπρεπε να το κάνεις καν». Ο ίδιος όμως επέβαλε μποϋκοτάζ στην ιστοσελίδα CNET, επειδή δημοσίευσε σε άρθρο της τον μισθό του, τα χόμπι του, πληροφορίες για την γειτονιά του και δωρεές που έκανε σε διάφορες πολιτικές παρατάξεις (όλα παρμένα μέσα από την ίδια την Google).
Ο Mark Zuckerberg, ιδρυτής του Facebook, ξόδεψε 30 εκατομμύρια για να αγοράσει όλα τα σπίτια γύρω από το δικό του για να μην έχει γείτονες και να έχει περισσότερη ιδιωτικότητα.
Η υποκρισία φυσικά κάποιων δεν είναι το ουσιώδες εδώ. Το σημαντικό είναι ότι η ανάγκη για ιδιωτικότητα είναι έμφυτη στον άνθρωπο και απαραίτητη προϋπόθεση για την ελευθερία του. Μόνο όταν γνωρίζουμε ότι δεν παρακολουθούμαστε, μπορούμε να εκφραστούμε ελεύθερα, να δοκιμάσουμε τα όρια μας και να πειραματιστούμε με νέες ιδέες.
Ακόμη, η πιο πάνω φράση και οι διάφορες παραλλαγές της, μπορούν να οδηγήσουν σταδιακά στην πεποίθηση: «Είσαι ένοχος μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου», κάτι που φυσικά πάει ενάντια σε όλα όσα υποτίθεται ότι πρεσβεύει ο σύγχρονος πολιτισμός.
Η άλλη αντίληψη που επικρατεί, αυτή του ότι πρέπει πάντοτε να θυσιάζεται η ιδιωτικότητα των πολιτών για χάρη της ασφάλειας, είναι εσφαλμένη και υπάρχουν πολλοί τρόποι να αυξήσεις την ασφάλεια ενός κράτους για παράδειγμα, χωρίς να παραβιάσεις τα προσωπικά δεδομένα και τις ελευθερίες των πολιτών του. Δεν είναι δηλαδή δύο μεγέθη που λειτουργούν αντιστρόφως ανάλογα, όπως θέλουν να τα παρουσιάζουν κάποιοι.
Η τραγική ειρωνεία είναι ότι αρκετά συχνά, με την παραβίαση προσωπικών δεδομένων μειώνεται η ασφάλεια των πολιτών αντί να αυξάνεται. Ένα κράτος που αφήνει τα μυστικά του να διαρρεύσουν, δεν εκτίθεται απέναντι σε εχθρικά προσκείμενα κράτη; Μια εταιρεία που αφήνει εμπορικά μυστικά να διαρρεύσουν, δεν εκτίθεται απέναντι σε μια ανταγωνιστική εταιρεία; Γιατί να μην ισχύουν τα ίδια και στο ατομικό επίπεδο;
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η κατάσταση με τα προσωπικά δεδομένα και την μαζική παρακολούθηση έχει ξεφύγει εντελώς. Από αποκαλύψεις του Έντουαρντ Σνόουντεν γνωρίζουμε ότι οι Βρετανικές μυστικές υπηρεσίες παραβίασαν υπολογιστές και φωτογράφισαν εκατομμύρια τυχαίους ανθρώπους μέσω της κάμερας του υπολογιστή τους, την ώρα που συνομιλούσαν με άλλους.
Πιο πρόσφατα, ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Ντέιβιντ Κάμερον, είχε τη φαεινή ιδέα να προτείνει την απαγόρευση της χρήσης δυνατής κρυπτογράφησης στις επικοινωνίες, για να μην μπορούν οι τρομοκράτες να επικοινωνούν με ασφάλεια μεταξύ τους. Αυτή είναι μια κλασσική περίπτωση πολιτικού που προτείνει νομοθεσίες για ζητήματα για τα οποία δεν κατέχει το παραμικρό. Το μόνο που θα κατάφερνε με αυτό, θα ήταν να θέσει σε κίνδυνο εκατομμύρια άτομα και να παγώσει όλο το ηλεκτρονικό εμπόριο και τις τραπεζικές συναλλαγές μέσω διαδικτύου στην χώρα του.
Αν νομίζουν ορισμένοι ότι η Βρετανία είναι μακριά και δεν μας αφορά, να τους υπενθυμίσω ότι ο κυριότερος λόγος ύπαρξης των Βρετανικών βάσεων στην Κύπρο είναι για παρακολούθηση των επικοινωνιών στην γύρω περιοχή. Αν η Βρετανική κυβέρνηση συμπεριφέρεται με τέτοια περιφρόνηση απέναντι στην ιδιωτικότητα των πολιτών της, σκεφτείτε πώς μπορεί να χειρίζονται τα προσωπικά δεδομένα που υποκλέπτουν από πολίτες ξένων κρατών.
Η σύγχρονη τεχνολογία δίνει την δυνατότητα σε κράτη και ιδιωτικούς οργανισμούς να γνωρίζουν με αρκετή ακρίβεια το τι κάνει ο κάθε πολίτης την κάθε στιγμή. Ζούμε ήδη σε γυάλινα σπίτια και υπάρχουν πολλοί που δεν το έχουν αντιληφθεί ή απλά δεν τους ενδιαφέρει.
Οι αποκαλύψεις για το σύστημα Galileo που αγόρασε η ΚΥΠ από την Ιταλική ιδιωτική εταιρεία Hacking Team, αποδεικνύουν πέραν κάθε αμφιβολίας ότι και η Κύπρος συμμετέχει ενεργά στο παιχνίδι των παρακολουθήσεων. Το σύστημα αυτό παρέχει την δυνατότητα παρακολούθησης υπολογιστών και κινητών συσκευών, της υποκλοπής αρχείων και προσωπικών δεδομένων, ως και επίσης ενεργοποίησης των καμερών και των μικροφώνων που υπάρχουν στις συσκευές αυτές.
Η συγκεκριμένη εταιρεία, έχει προ πολλού χαρακτηριστεί από τους «Δημοσιογράφους Χωρίς Σύνορα» ως «εχθρός του διαδικτύου», όταν ίχνη από το λογισμικό της βρέθηκαν σε υπολογιστές ακτιβιστών και δημοσιογράφων σε χώρες με καταπιεστικές κυβερνήσεις. Όσο για το πόσο σοβαρά η εταιρεία αυτή λαμβάνει την ασφάλεια των δεδομένων των πελατών της, μιλούν από μόνα τους τα 400GB δεδομένων που βρέθηκαν στο διαδίκτυο μετά την επίθεση που δέχτηκε από χάκερς.
Τελικά πόση ασφάλεια μας πρόσφερε το σύστημα Galileo που ξοδέψαμε τόσες χιλιάδες για να αγοράσουμε; Όχι μόνο δεν αύξησε τα επίπεδα ασφαλείας μας, αλλά αντίθετα κατέληξαν τα ονόματα πρακτόρων της ίδιας της ΚΥΠ και της δράσης τους στο διαδίκτυο για να τα βλέπει όποιος θέλει. Επίσης τώρα πλέον το λογισμικό αυτό είναι διαθέσιμο στον οποιοδήποτε εγκληματία για να το χρησιμοποιήσει για τους δικούς του σκοπούς.
Όλοι μας θέλουμε να πιστεύουμε ότι το κράτος θέλει το καλό μας και ότι δεν πρόκειται να χρησιμοποιήσει τις πληροφορίες που συλλέγει για τους πολίτες του για κακούς σκοπούς. Ακόμη όμως και στην περίπτωση που ισχύει κάτι τέτοιο, οι κίνδυνοι εξακολουθούν να υφίστανται. Δεν είναι λίγες οι φορές για παράδειγμα που κυβερνητικές υπηρεσίες των Η.Π.Α και ιδιωτικές εταιρείες έχουν παραβιαστεί από χάκερς, με αποτέλεσμα τα προσωπικά δεδομένα εκατομμυρίων ανθρώπων να βρεθούν δημόσια στο διαδίκτυο.
Εδώ αναφύεται ένα εύλογο ερώτημα: Όταν υπηρεσίες όπως το FBI και την NSA αδυνατούν να προστατέψουν τα μυστικά τους, μπορούμε να έχουμε εμπιστοσύνη στις κυπριακές υπηρεσίες ότι τα δεδομένα που συλλέγουν από τους πολίτες θα είναι ασφαλή;
Πίσω από τις υπηρεσίες του κράτους δεν νομίζω ότι κρύβονται οι Ιλλουμινάτι ή κάποια άλλη σκοτεινή οργάνωση. Υπάρχουν κοινοί άνθρωποι που συνεπάγεται ότι θα έχουν και τις αντίστοιχες ανθρώπινες αδυναμίες. Αυτό έχει ήδη φανεί μέσα από διάφορες υποθέσεις, όπως αυτή του Λοχία που βρέθηκαν στο σπίτι του απόρρητα έγγραφα και βίντεο σχετικά με παρακολουθήσεις πολιτών σε εκδηλώσεις και πολιτικών κομμάτων.
Αποκλείεται δηλαδή κάποιος να εκμεταλλεύεται την θέση του για να παρακολουθεί την γυναίκα του, τους γείτονες ή κάποιους γνωστούς του; Αποκλείεται να λάβει χρήματα για παρακολούθηση μιας εταιρείας και να παραδίδει εμπορικά μυστικά σε κάποια άλλη ανταγωνιστική εταιρεία; Ποιός θα μας φυλάξει από τους φύλακες;
Έστω ότι η πλειοψηφία των ανθρώπων που εργάζονται στις υπηρεσίες του κράτους έχουν καλές προθέσεις, ένα άτομο αρκεί για να γίνει η ζημιά. Εάν βγουν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα (ιατρικά, οικονομικά κτλ) πολιτών στο διαδίκτυο, τότε δεν υπάρχει περίπτωση να διορθωθεί μια τέτοια ζημιά, καθ’ ότι το διαδίκτυο ως γνωστό «δεν ξεχνά ποτέ». Αυτό φυσικά μπορεί να μην γίνει κακόβουλα, αλλά μπορεί να συμβεί από λάθος ή και από αμέλεια.
Επιπλέον, ποιος μας εγγυάται ότι θα έχουμε πάντοτε μια δημοκρατική κυβέρνηση; Εάν συμβεί κάτι και ανέβει στην εξουσία ένα δικτατορικό καθεστώς, ή αν μια εχθρική χώρα καταλάβει την Κύπρο, τότε θα έχουν όλες αυτές τις πληροφορίες στην διάθεση τους.
Αυτό συνέβηκε και στο παρελθόν στην Ολλανδία, όπου από το 1851 αποφάσισαν να κρατούν αρχεία πληθυσμού, τα οποία περιλάμβαναν μεταξύ άλλων και το θρήσκευμα του κάθε πολίτη. Αυτή η φαινομενικά ασήμαντη λεπτομέρεια (η καταγραφή του θρησκεύματος) οδήγησε στον θάνατο χιλιάδες Εβραίους, αφού οι Ναζί μπορούσαν πολύ εύκολα να τους εντοπίσουν.
Γι’ αυτό χρειάζεται φειδώ στη συλλογή πληροφοριών και ταυτόχρονα διαφάνεια εκ μέρους του κράτους και των ιδιωτικών οργανισμών, ως προς το είδος των δεδομένων που συλλέγονται, αλλά και τις μεθόδους που χρησιμοποιούν. Θα πρέπει επίσης οι πολίτες να κατανοήσουν, αλλά και να δώσουν στις κυβερνήσεις να καταλάβουν, ότι η ιδιωτικότητα και η ασφάλεια των προσωπικών τους δεδομένων δεν είναι διαπραγματεύσιμα.
Το πρόβλημα της ιδιωτικότητας και της μαζικής παρακολούθησης είναι παρόμοιο με αυτό του περιβάλλοντος. Οι άνθρωποι δεν δίνουν ιδιαίτερη σημασία, επειδή η κατάσταση επιδεινώνεται βαθμιαία και όχι με απότομες εξάρσεις. Μια τρομοκρατική επίθεση από την άλλη, είναι πολύ πιο σοκαριστική και αυτό επιτρέπει σε ορισμένους να εκμεταλλευτούν την κατάσταση, περνώντας νομοθεσίες που παραβιάζουν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες, όπως συνέβηκε στις Η.Π.Α. μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001.
Δυστυχώς βρισκόμαστε μόνοι απέναντι σε κυβερνήσεις και οργανισμούς που μας βλέπουν ως νούμερα και στατιστικά δεδομένα. Θα πρέπει οι ίδιοι να αναλάβουμε την τύχη των προσωπικών μας δεδομένων και να ενημερωθούμε για σχετικές τεχνολογίες που μπορούν να μας βοηθήσουν και να τις χρησιμοποιήσουμε.